
Ο Niccolò dell’Abate απεικονίζει με θεατρικότητα τη συνάντηση του Καρόλου Ε’ με τον Μπέη της Τύνιδας (1545-50), δίνοντας έμφαση στο πλήθος
Κοιτάζει κανείς αυτόν τον πίνακα—τη Συνάντηση του Καρόλου Ε’ και του Μπέη της Τύνιδας, ένα έργο που φιλοτέχνησε ο Niccolò dell’Abate κάπου μεταξύ 1545 και 1550—και το πρώτο πράγμα που σκέφτεται δεν είναι η ιστορία, αλλά το χάος. Μια σχεδόν φεστιβαλική αναταραχή απλώνεται σε όλο τον καμβά, μια πανσπερμία από σκηνές, άλογα, στρατιώτες και ακολούθους, λες και ολόκληρος ο κόσμος έχει μαζευτεί σε αυτή την παραλία για να παρακολουθήσει όχι μια διπλωματική συνάντηση, αλλά ένα είδος θεατρικής παράστασης. Ο dell’Abate, ένας ζωγράφος που έμαθε την τέχνη του στην καρδιά της Αιμιλίας, φαίνεται να ενδιαφέρεται λιγότερο για την πιστή καταγραφή του γεγονότος της κατάκτησης της Τύνιδας από τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1535 και περισσότερο για τη σύλληψη της ατμόσφαιρας, της ίδιας της υφής μιας τέτοιας μνημειώδους συγκέντρωσης. Η τεχνοτροπία του, άλλωστε, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό ρεύμα της εποχής, όπως φαίνεται και μέσα από τη μελέτη των σχεδίων της Αιμιλιανής Αναγέννησης (Disegni Emiliani del Rinascimento) (Zezza). Είναι μια ζωγραφική που απολαμβάνει την αφήγηση, τη λεπτομέρεια, σχεδόν κουτσομπολεύει με το πινέλο της. Και τι είναι η ιστορία, στο κάτω-κάτω, αν όχι ένα καλά οργανωμένο κουτσομπολιό;
Το Στήσιμο της Σκηνής: Ανάμεσα στην Τάξη και την Εντροπία
Το βλέμμα χάνεται, περιπλανιέται μέσα στο πλήθος. Πώς μπορεί κανείς να επιβάλει μια λογική αφήγηση σε μια τέτοια σύνθεση; Ο καλλιτέχνης μοιάζει να μας προκαλεί να βρούμε το κέντρο, ενώ την ίδια στιγμή το υπονομεύει συνεχώς.
Η Πόλη από Σκηνές
Η σύνθεση είναι, επιτρέψτε μου την έκφραση, μια οργανωμένη αναρχία. Μια ολόκληρη πόλη από σκηνές υψώνεται μπροστά μας, από απλά στρατιωτικά καταλύματα μέχρι περίτεχνα, πολυτελή περίπτερα που μοιάζουν με παλάτια από ύφασμα, και αυτή η πόλη απλώνεται ακανόνιστα, σχεδόν οργανικά, σαν να φύτρωσε από το ίδιο το έδαφος—μια προσωρινή εγκατάσταση που όμως αποπνέει μια παράδοξη αίσθηση μονιμότητας. Στο βάθος, ένας στόλος πλοίων καλύπτει τη θάλασσα, ενώ στο λόφο αχνοφαίνεται μια οχυρωμένη πόλη, πιθανώς η ίδια η Τύνιδα, μάρτυρας της ίδιας της υποταγής της. Αυτή η αντίθεση ανάμεσα στο προσωρινό στρατόπεδο και τη μόνιμη αρχιτεκτονική δεν είναι τυχαία. Είναι ο πυρήνας της αφήγησης: η δύναμη δεν βρίσκεται στα πέτρινα τείχη, αλλά στην ικανότητα να στήνεις την εξουσία σου οπουδήποτε, ανά πάσα στιγμή. Η σκηνή είναι το αληθινό σύμβολο της αυτοκρατορικής ισχύος.
Το Συμβόλαιο της Εξουσίας
Στο κέντρο, ή μάλλον ελαφρώς αριστερά από το κέντρο, μια μεγάλη, ροζ σκηνή τραβάει την προσοχή μας. Εκεί, κάτω από τα ανοιχτά παραπετάσματα, διακρίνουμε μια συνάθροιση μορφών γύρω από ένα τραπέζι. Υποτίθεται πως αυτή είναι η καρδιά του γεγονότος, η συνάντηση του Καρόλου Ε’ με τον Μουλάι Χασάν, τον Μπέη της Τύνιδας που ο αυτοκράτορας αποκατέστησε στην εξουσία. Κι όμως, ο dell’Abate την τοποθετεί σχεδόν σαν δευτερεύον επεισόδιο. Γύρω τους, η ζωή συνεχίζεται με μια αδιαφορία που σχεδόν προσβάλλει τη σοβαρότητα της στιγμής—στρατιώτες κουβαλούν προμήθειες, άλλοι παζαρεύουν, κάποιοι απλώς περιφέρονται. Είναι μια παράξενη επιλογή, το να πνίγεις το κυρίως θέμα μέσα σε μια θάλασσα από καθημερινές, σχεδόν ασήμαντες λεπτομέρειες. Ίσως αυτό να είναι το σχόλιό του. Ότι οι μεγάλες ιστορικές στιγμές, αυτές που γεμίζουν τα βιβλία, για τους περισσότερους ανθρώπους δεν είναι παρά θόρυβος στο βάθος της δικής τους, προσωπικής πραγματικότητας. Έτσι απλά.

