Συνταγματική μοναρχία: Η ταραχώδης γέννηση της στην Ελλάδα (1843)

Έφιππος-Δημήτριος-Καλλέργης-Επανάσταση-3Η-Σεπτεμβρίου-Μουσείο-Αθηνών.
Δημήτριος Καλλέργης Επάνω Σε Άλογο Κατά Την Επανάσταση Της 3Ης Σεπτεμβρίου. Μουσείο Αθηνών.

Η Εθνοσυνέλευση του 1843 αποτέλεσε σταθμό στην πολιτική εξέλιξη του νεοελληνικού κράτους. Στις 8 Νοεμβρίου 1843 συνήλθε η ιστορική αυτή συνέλευση, η οποία προέκυψε από τα επαναστατικά γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Η πολιτική ωρίμανση των Ελλήνων κατέληξε στη θεμελίωση συνταγματικής μοναρχίας, όπως καταγράφει η σύγχρονη ιστορική έρευνα (Otto). Εμβληματική παραμένει η διαδικασία που οδήγησε από την απόλυτη μοναρχία στον κοινοβουλευτισμό, με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Εκκλησίας να προκαλεί έντονες αντιδράσεις, ενώ σύντομα άρχισαν οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στις εκλογές που δημιούργησαν έντονο πολιτικό αναβρασμό.

Η τριετής προετοιμασία για τη συγκρότηση εθνικής αντιπροσωπείας αντικατόπτριζε την εν βάθει επιδίωξη των Ελλήνων για δημοκρατική εκφραση. Με γνώμονα τους κανονισμούς των συνελεύσεων της Επανάστασης του 1821, οι εκλογές τον Οκτώβριο του 1843 προετοίμασαν την έδαφος για μια νέα πολιτειακή εποχή που θα διαμόρφωνε τη μετέπειτα συνταγματική πορεία της χώρας, μέσα από μια σύνθετη διαδικασία πολιτικής ωριμότητας και θεσμικής καινοτομίας. Η επανάσταση του 1843, όπως τη χαρακτηρίζει η διεθνής βιβλιογραφία, αποτέλεσε το καταλυτικό γεγονός που οδήγησε στη μετατροπή του πολιτικού συστήματος (Revolution of 1843).

 

Η Συγκρότηση της Εθνοσυνέλευσης και το Θεσμικό Πλαίσιο του 1844

Υπό την προεδρία του Παναγιώτη Νοταρά, η Εθνοσυνέλευση ανέλαβε το πολυσχιδές έργο της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Η εκπροσώπηση των επαρχιών και των προσφυγικών οργανώσεων διασφάλιζε τη γεωγραφική και κοινωνική αντιπροσωπευτικότητα του οργάνου αυτού. Ο θεσμικός μετασχηματισμός επιχειρούσε την επιστέγαση της μακράς προετοιμασίας των Ελλήνων για τη συνταγματική ζωή, συνδυάζοντας παραδοσιακά στοιχεία με ευρωπαϊκές συνταγματικές καινοτομίες που εμπνέονταν από το γαλλικό σύνταγμα του 1830 και το βελγικό του 1831, όπως επισημαίνει η ακαδημαϊκή μελέτη (Greece).

Το Σύνταγμα που ψηφίστηκε καθιέρωσε τις ατομικές ελευθερίες, τη διάκριση εξουσιών και τη συνταγματική μοναρχία. Η πολιτειακή αυτή μεταβολή αντανακλούσε μια βαθύτερη πνευματική αναζήτηση: τη σύζευξη της νεοελληνικής εθνικής ταυτότητας με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά πολιτειακά πρότυπα. Ο βασιλιάς διατηρούσε σημαντικές εξουσίες, παράλληλα όμως το κύριο βάρος μεταφερόταν στη Βουλή, ενώ διασφαλιζόταν η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Το ιδιαίτερα σπουδαίο γεγονός της ανακήρυξης της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας συμπλήρωσε το συνταγματικό οικοδόμημα, επιτρέποντας στον εκκλησιαστικό θεσμό να διαμορφώσει μια αυτόνομη πνευματική και διοικητική παρουσία εντός του νέου πολιτειακού πλαισίου. Η πολιτιστική σημασία αυτής της απόφασης υπερβαίνει τα στενά θεσμικά όρια, καθώς αποτυπώνει την επιδίωξη της πνευματικής αυτοτέλειας και της πολιτισμικής αυθεντικότητας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

Ο Διαχωρισμός Αυτοχθόνων και Ετεροχθόνων: Πολιτική Πόλωση και Κοινωνικές Διαιρέσεις

Ένα από τα κεντρικά ζητήματα που απασχόλησε τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης ήταν ο διαχωρισμός μεταξύ «αυτοχθόνων» και «ετεροχθόνων». Αυτή η διάκριση αντανακλούσε βαθύτερες κοινωνικές εντάσεις και πολιτικούς διαχωρισμούς που διαπερνούσαν τη νεοελληνική κοινωνία. Οι ετερόχθονες, δηλαδή οι Έλληνες που είχαν γεννηθεί εκτός των συνόρων του νεοσύστατου κράτους, αντιμετώπιζαν ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης στο νέο πολιτειακό σχηματισμό.

Η θεμελιώδης αυτή πρόκληση απηχούσε την πολυπλοκότητα της εθνικής ταυτότητας σε μια εποχή που το ελληνικό στοιχείο βρισκόταν διασπαρμένο σε εκτεταμένη γεωγραφική περιοχή. Στις 18 Μαρτίου 1844, η Συνέλευση ολοκλήρωσε το έργο της και ο βασιλιάς Όθων ορκίστηκε πίστη στο Σύνταγμα, σηματοδοτώντας επισήμως τη μετάβαση στη συνταγματική μοναρχία. Ωστόσο, ο δρόμος προς την πολιτική ομαλότητα αποδείχθηκε τραχύς και γεμάτος δοκιμασίες. Οι πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές δημιούργησαν έντονες πολιτικές αναταραχές που προδιέγραφαν τις μελλοντικές προκλήσεις του συστήματος.

Οι Πρώτες Κοινοβουλευτικές Εκλογές και η Έναρξη του Κομματικού Ανταγωνισμού

Μετά την ψήφιση του Συντάγματος, η πρώτη κυβέρνηση ανατέθηκε στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Η κυβέρνηση αυτή ανέλαβε τη διεξαγωγή των πρώτων βουλευτικών εκλογών το 1844, σε μια ατμόσφαιρα έντονων πολιτικών προσδοκιών και θεσμικής αβεβαιότητας. Η αντιπολίτευση, με επικεφαλής τον Ιωάννη Κωλέττη, κατηγόρησε την κυβέρνηση για παρεμβάσεις υπέρ των υποψηφίων της, προκαλώντας έναν κύκλο πολιτικών αναταραχών και αμφισβητήσεων που θα χαρακτήριζε τα πρώτα χρόνια του κοινοβουλευτικού συστήματος.

Οι καταγγελίες για αυθαιρεσίες αποδεικνύουν ότι η μετάβαση στον κοινοβουλευτισμό συνοδεύτηκε από σοβαρές παρεκτροπές και δυσλειτουργίες. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν να ακυρωθούν πολλές εκλογές κυβερνητικών βουλευτών και να παραιτηθεί ο Μαυροκορδάτος, με τον Κωλέττη να αναλαμβάνει την εξουσία το 1846. Η νέα κυβέρνηση στηρίχθηκε ισχυρά στη Γαλλία και στις επόμενες εκλογές κατάφερε να εξασφαλίσει πλήρη πλειοψηφία στη Βουλή, αν και κατηγορήθηκε για κατάχρηση εξουσίας και περιφρόνηση της αντιπολίτευσης. Η αντιπολίτευση αμφισβήτησε τη νομιμότητα των εκλογών, ενδεικτικό στοιχείο της έντονης πόλωσης που είχε αρχίσει να διαγράφεται στο πολιτικό σκηνικό.

Δύο ξεχωριστές παρατάξεις πάλευαν για την εξουσία και τον έλεγχο του συστήματος, αντανακλώντας βαθύτερες διαιρέσεις στην ελληνική κοινωνία. Οι τακτικές νοθείας και χειραγώγησης που αρχικά υιοθετήθηκαν στις εκλογές προδιέγραφαν δυσοίωνα την ομαλή εξέλιξη του κοινοβουλευτικού συστήματος. Με τη συνταγματική μοναρχία να στηρίζεται ήδη σε μη γερές βάσεις, άρχισε να διαγράφεται ένας ταραχώδης πολιτικός βίος που θα επηρέαζε την πορεία της χώρας για τα επόμενα δεκαετία.

Η Πολιτιστική Διάσταση της Συνταγματικής Μεταρρύθμισης

Η καθίδρυση της συνταγματικής μοναρχίας στην Ελλάδα το 1844 αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από μια απλή πολιτειακή μετάβαση. Αποτελεί μια σύνθετη πολιτιστική διαδικασία που αντικατοπτρίζει την προσπάθεια του νεοελληνικού κράτους να συμφιλιώσει την ιστορική κληρονομιά με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές εξελίξεις. Η ένταξη δημοκρατικών θεσμών στο πλαίσιο μιας μοναρχικής δομής απηχεί μια βαθύτερη πνευματική αναζήτηση: τη δημιουργία μιας αυθεντικής πολιτειακής ταυτότητας που θα αντλούσε από τη βυζαντινή και κλασική παράδοση ενσωματώνοντας παράλληλα τις συνταγματικές καινοτομίες της εποχής.

Το σύνταγμα του 1844, όπως καταγράφεται στη διεθνή βιβλιογραφία, αντιπροσώπευε ένα φιλελεύθερο κείμενο για τα δεδομένα της εποχής, προβλέποντας σχεδόν καθολική αρσενική ψηφοφορία, αν και οι γυναίκες αποκλείστηκαν από το εκλογικό δικαίωμα μέχρι το 1952 (Constitution of 1844). Η διαλεκτική μεταξύ παράδοσης και εκσυγχρονισμού αποτυπώνεται στη διατήρηση ισχυρών βασιλικών εξουσιών παράλληλα με την ενίσχυση των κοινοβουλευτικών θεσμών. Ωστόσο, οι πρώτες κοινοβουλευτικές διαδικασίες συνοδεύτηκαν από σοβαρές παρατυπίες και κυβερνητικές παρεμβάσεις, δημιουργώντας έντονη πολιτική αστάθεια και πόλωση.

Η ιστορική αυτή περίοδος προμηνύει μια ταραχώδη εποχή στην ελληνική πολιτική ιστορία, όπου η προσπάθεια εμφύτευσης φιλελεύθερης συνταγματικής δημοκρατίας σε μια ουσιαστικά προσύγχρονη, παραδοσιακή κοινωνία θα γεννούσε εντάσεις τόσο εντός του πολιτικού συστήματος όσο και στις σχέσεις κράτους και κοινωνίας που θα εκτείνονταν μέχρι τους σύγχρονους καιρούς. Η πολιτιστική κληρονομιά της Εθνοσυνέλευσης του 1843 παραμένει ζωντανή στη σύγχρονη ελληνική συνταγματική σκέψη, αποτελώντας σημείο αναφοράς για την κατανόηση των θεμελιωδών διλημμάτων της νεοελληνικής δημοκρατίας.